απότοκος

απότοκος
-η, -ο (AM ἀπότοκος, -ον)
αυτός που γεννιέται, πηγάζει ή προέρχεται από κάτι
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το απότοκο κ. απόκοτο
η αβγομάνα, το αβγό που μένει στη φωλιά για να προσελκύεται η κότα και να γεννάει εκεί.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἀποτόκως — ἀπότοκος propagation adverbial ἀπότοκος propagation masc/fem acc pl (doric) ἀπότοκος propagation masc acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτόκους — ἀπότοκος propagation masc/fem acc pl ἀπότοκος propagation masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπότοκοι — ἀπότοκος propagation masc/fem nom/voc pl ἀπότοκος propagation masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπότοκα — ἀπότοκος propagation neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αισθητική — I (Φιλοσ.). Φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με την τέχνη, επιδιώκοντας να προσδιορίσει την ουσία, τον χαρακτήρα και τις σχέσεις της με τις άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Ο ορισμός της φιλοσοφίας της τέχνης ως α. είναι δημιούργημα των νεότερων …   Dictionary of Greek

  • διθύραμβος — Αρχαίο ελληνικό χορικό άσμα με αφηγηματικό περιεχόμενο, αφιερωμένο κατά κανόνα στον Διόνυσο. Δυστυχώς, o ορισμός για τον δ. είναι γενικός, επειδή το υλικό που προσφέρεται σε κείμενα και πληροφορίες είναι πολύ αποσπασματικό. Σε κάθε περίπτωση,… …   Dictionary of Greek

  • μονοθελητισμός — Χριστιανική αίρεση, σύμφωνα με την οποία ο Ιησούς είχε δύο φύσεις και μια θέληση. Ο Μ. θεωρείται απότοκος της προσπάθειας του αυτοκράτορα Ηράκλειου να συμβιβάσει τους μονοφυσίτες και τους ορθόδοξους χριστιανούς. Οι αυτοκρατορικές όμως… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Βυζάντιο) — Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ Για τους περισσότερους ανθρώπους το Βυζάντιο αντιπροσωπεύει ένα κράτος που επέζησε για σχεδόν 1.200 χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του χριστιανισμού και στη διαφύλαξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πνεύματος. Για… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”